YouVersion Logo
Search Icon

ΨΑΛΜΟΙ 78 [77]

78 [77]
Το παρελθόν του Ισραήλ μάθημα που δεν πρέπει να ξεχνιέται
1Μασχίλ#Μασχίλ. Βλ. υποσ. εις Ψλ. 32:1. του Ασάφ.
Τη διδαχή μου, λαέ μου, ακροάσου·
πρόσεξε αυτά που θα σου πω.
2Με παροιμίες θα μιλήσω·
θα πω παλιού καιρού παράδοξα,
3που ακούσαμε και μάθαμε·
και μας τα διηγήθηκαν οι πατεράδες μας.
4Δε θα τα κρύψουμε από τους απογόνους τους.
Θα διηγηθούμε στη γενιά που έρχεται
τα ένδοξα του Κυρίου έργα,
τη δύναμή του,
και τα θαύματα που έκανε.
5Εντολή όρισε στον Ιακώβ
και νόμο θέσπισε στον Ισραήλ,
και ζήτησε από τους προγόνους μας
να τον διδάξουν στα παιδιά τους,
6ώστε να τον γνωρίσει η επερχόμενη γενιά,
τα παιδιά που ήταν να γεννηθούν,
κι εκείνοι μεγαλώνοντας
να τα ιστορήσουν στα παιδιά τους.
7Για ν’ αποθέσουν την ελπίδα τους στο Θεό,
να μην ξεχάσουν του Θεού τα θαυμαστά τα έργα
αλλά τις εντολές του να τηρούν.
8Και να μη γίνουν σαν τους πατεράδες τους
γενιά της ανυπακοής και της αντίρρησης,
γενιά με φρόνημα ασταθές
και που δεν έμεινε στο Θεό πιστή η καρδιά της.
9Οι Εφραϊμίτες, οπλισμένοι και καλοί τοξότες,
λιποταχτήσαν την ημέρα του αγώνα·#οι Εφραϊμίτες... αγώνα. Ο στ. 9 σχετίζεται με το περιεχόμενο του στ. 67.
10δεν τήρησαν τη διαθήκη του Θεού
κι αρνήθηκαν να πορευτούν σύμφωνα με το νόμο του.
11Λησμόνησαν τα έργα του,
τα θαύματά του που τους έκανε
να δουν.
12Μπροστά στους πρόγονούς τους έκανε θαύματα·
στην πεδιάδα της Σοάν,#Σοάν... Βλ. υποσ. εις Αρ 13:22. στην Αίγυπτο.
13Τη θάλασσα τη χώρισε και πέρασμα της άνοιξε
κι έστησε καθώς φράγμα τα νερά.
14Με τη νεφέλη τούς οδήγησε τη μέρα,
κι όλη τη νύχτα με τη λάμψη
της φωτιάς.
15Έσκισε βράχους μες στην έρημο,
νερό τους έδωσε να πιουν σαν από πηγές αστείρευτες.
16Ρυάκια έκανε να αναβρύσουν απ’ το βράχο
κι άφησε να ξεχυθούν ποτάμια τα νερά.
17Αλλά αυτοί συνέχισαν σ’ εκείνον ν’ αμαρτάνουν·
και εναντίον του Υψίστου να ορθώνονται στην έρημο.
18Τολμήσανε να προκαλέσουν το Θεό,
ζητώντας φαγητό κατά την όρεξή τους.
19Και τον αμφισβητήσαν·
είπαν· «Μπορεί ο Θεός στην ερημιά
τραπέζι να ετοιμάσει;
20Πράγματι, χτύπησε το βράχο
και τρέξαν τα νερά και ξεχυθήκαν χείμαρροι·
μπορεί άραγε να δώσει και ψωμί;
ή κρέας να προμηθεύσει το λαό του;»
21Τ’ άκουσε ο Κύριος κι οργίστηκε
και ξέσπασε η οργή στον Ιακώβ
κι ενάντια στον Ισραήλ θυμός,
22γιατί δε μείναν στο Θεό πιστοί
και στη σωτηρία του δεν έλπισαν.
23Μα εκείνος διάταξε τα σύννεφα από πάνω·
κι άνοιξε τους πυλώνες τ’ ουρανού.
24Πάνω τους έριξε βροχή
το μάννα για τροφή τους,
το στάρι τ’ ουρανού τούς πρόσφερε.
25Έτσι οι ανθρώποι το ψωμί φάγανε των αγγέλων,
τους έστειλε άφθονη ως τον κορεσμό τροφή.
26Στον ουρανό τον άνεμο σήκωσε της ανατολής
και με τη δύναμή του έφερε του νοτιά τον άνεμο.
27Κι έβρεξε πάνω τους το κρέας σαν τη σκόνη,
και σαν της θάλασσας την άμμο τα πουλιά.
28Έπεσαν μέσα στο στρατόπεδό τους,
γύρω από τις σκηνές,
29κι έφαγαν και καλοχορτάσανε·
τους έδωσε ό,τι είχαν πεθυμήσει.
30Πριν όμως κορεστεί η επιθυμία τους,
κι ενώ στο στόμα την τροφή τους
είχαν ακόμα,
31ξέσπασε πάνω τους του Θεού η οργή
κι εξόντωσε τους πιο σπουδαίους ανάμεσά τους·
αφάνισε τα νιάτα του Ισραήλ.
32Παρ’ όλα αυτά δεν πάψαν ν’ αμαρτάνουν
και δεν πιστέψανε στα θαύματά του.
33Και τέλειωσε τις μέρες τους με μια πνοή
και μ’ άξαφνη καταστροφή τα χρόνια τους.
34Όταν τους εξολόθρευε, τότε τον εζητούσαν,
μετανοούσανε κι επέστρεφαν σ’ αυτόν.
35Θυμούνταν πως ο Θεός ήταν ο βράχος τους,
ο ύψιστος Θεός ο απελευθερωτής τους.
36Αλλά με λόγια τον κολάκευαν,
και με τη γλώσσα τον εξαπατούσαν.
37Η καρδιά τους δε στάθηκε σταθερή μαζί του·
και στη διαθήκη του δεν έμειναν πιστοί.
38Αλλ’ αυτός είναι σπλαχνικός,
την ανομία συγχωράει και δεν εξοντώνει.
Πολλές φορές το θυμό του συγκράτησε
δεν εκδήλωσε όλη του την οργή.
39Θυμήθηκε ότι αυτοί ήταν από σάρκα,
άνεμος που παρέρχεται και πίσω δε γυρίζει.
40Πόσες φορές στην έρημο ξεσηκωθήκαν εναντίον του,
τον λύπησαν στην άνυδρη τη γη!
41Ξανάρχισαν να προκαλούνε το Θεό,
να πικραίνουν τον Άγιο Θεό του Ισραήλ.
42Λησμόνησαν τη δύναμή του,
τη μέρα που τους ελευθέρωσε
από την εξουσία του εχθρού·
43τα θαύματα που έκανε στην Αίγυπτο,
τα θαυμαστά του έργα στην πεδιάδα της Σοάν.#Σοάν. Βλ. υποσ. εις στ. 12.
44Άλλαξε των Αιγυπτίων τα ποτάμια
και τα ’κανε αίμα·
και τα ρυάκια τους δεν ήτανε πια πόσιμα.
45Μύγες τούς έστειλε και τους κατέφαγαν
και βάτραχους και τους εξολοθρέψαν.
46Παρέδωσε σ’ ακρίδες τη σοδειά τους
και τον καρπό του μόχθου τους σ’ ακριδομάνες.
47Με το χαλάζι χάλασε τ’ αμπέλια τους·
και με τον πάγο τις συκιές τους.
48Παράτησε τα ζωντανά τους στο χαλάζι
και τα κοπάδια τους στους κεραυνούς.
49Τους έστειλε την πυρωμένη οργή του,
θυμό, μανία και θλίψη,
στρατιά αγγέλων συμφοράς.
50Άφησε την οργή του ελεύθερη·
δε γλίτωσε απ’ το θάνατο τη ζωή τους
μα στην πανούκλα τούς παρέδωσε.
51Όλα τα πρωτογέννητα στην Αίγυπτο τα εξόντωσε,
τους πρωτοτόκους στις σκηνές του Χαμ.#Τους πρωτοτόκους... Χαμ. Νοούνται τα πρωτότοκα των Αιγυπτίων.
52Κι έβγαλε το λαό του σαν τα πρόβατα,
τους έφερε στην έρημο καθώς κοπάδι.
53Με ασφάλεια τους οδήγησε
και δε φοβήθηκαν
κι η θάλασσα κατάπιε τους εχθρούς τους.
54Στη χώρα της αγιότητάς του τους οδήγησε,
στο βουνό ετούτο,
που με τη δύναμή του το απόκτησε.
55Ειδωλολατρικούς λαούς απόδιωξε από μπρος τους,
τους μοίρασε τη γη κληρονομιά τους·
και στις σκηνές τους μέσα εγκατέστησε
τις φυλές του Ισραήλ.
56Αυτοί όμως θέλησαν να προκαλέσουν το Θεό τον ύψιστο,
και ορθωθήκαν εναντίον του·
τις εντολές του δεν τις τήρησαν.
57Απίστησαν και λοξοδρόμησαν
σαν τους προγόνους τους,
ξαστόχησαν σαν το στραβό το τόξο.
58Τον εξοργίσαν με τους ιερούς τόπους τους
τον πίκραναν γιατί προτίμησαν τ’ ανάγλυφά τους.
59Άκουσε ο Θεός κι οργίστηκε,
σιχάθηκε βαθιά τον Ισραήλ.
60Την κατοικία του στη Σιλώ την εγκατέλειψε·
τη σκηνή όπου έμενε
στους ανθρώπους ανάμεσα.
61Άφησε στην αιχμαλωσία τη δύναμή του
και τη μεγαλοπρέπειά του στον εχθρό.#Με τους όρους «δύναμη» και «μεγαλοπρέπεια» υπονοείται η κιβωτός της διαθήκης, που έπεσε στα χέρια των Φιλισταίων. (Βλ. Α΄ Σαμ κεφ. 4 και 5).
62Στη σφαγή το λαό του παρέδωσε
κι οργίστηκε στους κληρονόμους του ενάντια.
63Κατέκαψε τους νέους τους η φωτιά
κι οι κόρες τους δεν παντρευτήκαν.
64Με ξίφος θανατώθηκαν οι ιερείς τους
κι οι χήρες τους δεν πένθησαν.
65Τότε ορθώθηκε σαν απ’ τον ύπνο ο Κύριος·
σαν ήρωας, που τον φαιδρύνει το κρασί.
66Και τσάκισε τα νώτα των εχθρών,
τους έριξε για πάντα στην ντροπή.
67Απέρριψε την οικογένεια του Ιωσήφ
και τη φυλή του Εφραΐμ δεν την προτίμησε.
68Μα διάλεξε του Ιούδα τη φυλή,
το όρος της Σιών, αυτό που αγάπησε.
69Κι έχτισε σαν τα ουράνια ύψη το ναό του·
και σαν τη γη αιώνια το θεμέλιωσε.
70Το δούλο του διάλεξε το Δαβίδ,
τον πήρε απ’ τα κοπάδια των προβάτων.
71Τον κάλεσε από ’κει που ήταν πίσω απ’ το κοπάδι,
για να ποιμαίνει το λαό του τον Ιακώβ,
τον Ισραήλ που του ανήκει.
72Κι αυτός τους φρόντισε μ’ ευθύτητα καρδιάς
και τους οδήγησε με χέρι έμπειρο.

Currently Selected:

ΨΑΛΜΟΙ 78 [77]: TGVD

Highlight

Share

Copy

None

Want to have your highlights saved across all your devices? Sign up or sign in

YouVersion uses cookies to personalize your experience. By using our website, you accept our use of cookies as described in our Privacy Policy